Διηγείτο ό πάτερ Παλλάδιος: Κάποτε ήλθαμεν άπό τά Ιεροσόλυμα είς την Αίγυπτον καί έπήγαμεν νά συναντήσωμεν τόν Μέγαν Άπολλώ. Οί άδελφοί, λοιπόν, τού μοναστηριού του έπρότρεξαν καί μάς προύπάντησαν μέ χαράν καί μέ ψαλμωδίες.

Διότι αυτό κατά την συνήθειά των έκαμναν είς όλους τούς περαστικούς μοναχούς. Καί έπειτα, άφού έπροσκύνησαν εως τήν γην, μας ήσπάσθησαν. Κατόπι, αύτοί έπροχωρούσαν καί ήμείς άκολουθούσαμεν καί έψάλλαμεν όλοι μαζί, έως ότου έφθάσαμεν πλησίον είς τόν πάτερ Άπολλώ.

Οδτος δέ, μόλις ήκουσεν ότι έψάλλαμεν, προσήλθε καί αυτός καί μας προύπάντησε, καθώς εκαμνεν είς όλους τούς έπισκέπτας άδελφούς.

Συνέχεια, έπροσκύνησε καί αυτός έως τήν γην καί άφού έσηκώθη, μας ήσπάσθη. Καί μετά ταύτα μας είσήγαγεν είς την Μόνην καί προσηυχήθη. Κατόπιν, άφού ένιψε τά πόδια μας μέ τά χέρια του, μας παρεκάλεσ? νά άναπαυθώμεν.

Όλα δέ αύτά συνήθιζε νά τά κάμνη όχι μόνον είς ημάς, άλλά είς όλους. Έλεγε δέ καί είς τούς μαθητάς του, ότι πρέπει τούς άδελφούς πού έρχονται, νά τούς προσκυνούμεν, καθώς καί ό Πατριάρχης Αβραάμ, διότι είναι ώσάν νά προσκυνούμεν τόν ίδιον τόν Θεόν. Διότι, «είδες τόν άδελφόν σου; είδες τόν Θεόν σου».

Τούς έλεγεν άκόμα, ότι όφείλομεν τούς έπισκέπτας, νά τούς παρακαλούμεν διά νά δεχθούν νά τούς φιλοξενήσωμεν καί νά τούς ξεκουράσωμεν, όπως καί ό μακάριος Λώτ υποδέχθηκε άπό ίδικήν του προαίρεσιν τούς Αγγέλους.

* * *

Ο Άγιος Εφραίμ έσυμβούλευε κάποτε ένα άδελφόν καί τού έλεγεν: «Έάν έλθη είς τό κελλίον σου μοναχός, ή κοσμικός, μή θέλης νά τόν περιποιηθης παρά πάνω άπό τήν δύναμίν σου.

Διά νά μή τυχόν, όταν άναχωρήση, μετανοήσης διά όσα έξώδευσες διά λόγου του. Άλλά βάλε του νά φάγη άπό έκείνο πού σού ίχει δώσει ο Θεός.

Διότι, καλύτερα νά τού δώσης χορτάρια μέ εύχαρίστησιν της καρδιάς σου, παρά κρέατα ψητά, καί νά στενοχωρηθης. Καί αύτά σού τά λέγω, όχι διότι θέλω νά σέ άποκόψω άπό την φιλοξενίαν, άλλά διά νά γίνη ή προσφορά σου εύπρόσδεκτη είς τον Θεόν καί ασκανδάλιστος είς τούς άνθρώπους.

* * *

Είπεν ο Άββας Ησαίας. «Αδελφέ, έάν ίδής τόν άδελφόν σου περαστικόν, δέξου τον μέ χαράν είς το τραπέζι σου. Καί, όταν φάγη, είπέ του: «φάγε άκόμη ολίγον, φάγε άκόμη ολίγον». Καί παρακάλεσέ τον, νά κάμνη αυτός τάς προσευχάς.

Καί όταν θέλει πλέον νά αναχώρηση καί έχει άνάγκην, δός του ο τι δύνασαι, άπό εκείνο πού έχεις».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here