Η επιθυμία των Αποστόλων «καλόν εστίν ημάς ώδε είναι» (Ματθ. 17, 4), να βρίσκονται δηλαδή μόνιμα στο έκπαγλο εκείνο κάλλος της θείας θεοπτίας, εκπληρώνεται από τον Κύριο με την ίδρυση της Εκκλησίας.
Σ’ αυτήν όσοι μετέχουν όχι τυπικά, αλλά ενεργά και ουσιαστικά, μπορούν ν’ απολαμβάνουν τη λαμπρότητα του προσώπου του Θεού και τη χαρά της αναστροφής Του.
Την εμπειρία αυτή της θεοπτίας την παρέλαβε ή πατερική θεολογία, για να τη μεταφέρει στο πλήρωμα της Εκκλησίας, που αγωνίζεται να βιώνει μέσα από την πράξη καί τη θεωρία τη γνησιότητα της χριστιανικής ζωής.
Τη σπάνια αυτή εμπειρία του ακτίστου φωτός την ζούσαν οι “Αγιοι της Εκκλησίας μας.
Γι’ αυτό στις εικόνες το πρόσωπο τους βρίσκεται στο επίκεντρο του άπλετου φωτός μέσα στο όποιο ζούσαν και όχι κάποιου φυσικού τοπίου, καθώς θέλει η δυτική τεχνοτροπία.






















