Επισκόπου Φαναρίου κ. Αγαθαγγέλου

Ὁ Κύριος, ὅπως ἀναφέρει ἡ εὐαγγελική περικοπή τῆς Ε´ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν βαδίζει πρός τό μαρτύριο. Ἀπό τή ἄλλη πλευρά οἱ μαθητές του ὀνειρεύονται μεγαλεῖα.

Τούς προλέγει τόν σταυρικό Του θάνατο καί ἐκεῖνοι, χωρίς νά πολυκαταλαβαίνουν τήν τραγικότητα τῆς προφητείας, διαποτισμένοι ἀπό τό κοσμικό πνεῦμα τῆς φιλοδοξίας, ποθοῦν τιμητικές διακρίσεις.

Ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης σπεύδουν νά προλάβουν τούς ἄλλους στήν ἐξασφάλιση τῶν πρωτείων.

“Διδάσκαλε”, τοῦ λέγουν, “θέλουμε νά μᾶς κάνεις κάτι πού θά σοῦ ζητήσουμε”. ” Τί θέλετε; ” ἐρωτᾶ ὁ Χριστός. “Νά, τοῦ ἀπαντοῦν, τώρα πού θά δοξαστεῖς, πού θά καθίσεις σέ θρόνο βασιλικό, δῶσε μας τίς δύο πρῶτες θέσεις στό βασίλειό σου.

Κάνε μας τή χάρη νά καθίσουμε ὁ ἕνας στά δεξιά σου καίὁ ἄλλος ἀριστερά σου”. Ὁ Κύριος τούς κοιτάζει περίλυπα: ” Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε”, τούς ἀπαντᾶ μέ πόνο. Δηλαδή, “δέν ξέρετε τί ζητᾶτε. Ἐγώ σᾶς μιλῶ γιά θυσίες καί ἐσεῖς λαχταρᾶτε πρωτοκαθεδρίες”.

Οἱ δύο μαθητές ζητοῦσαν ἀπό τό Χριστό δόξα μέ ἀνθρώπινα κριτήρια, ἔχοντας κατά νοῦ ὅτι ἡ βασιλεία Του εἶναι αἰσθητή καί κοσμική. Ὁ Χριστός ὅμως διορθώνει τήν ἐσφαλμένη τους πίστη, ὑποδεικνύοντας τήν πραγματική καί αἰώνια δόξα, πού διέρχεται μέσα ἀπό τό “ποτήριον”, πού εἶναι τά πάθη καί ὁ Σταυρός.

Πόσες καί πόσες, ὅμως, φορές ὁ Χριστός δέν ἀναγκάζεται νά ἐπαναλάβει αὐτό πού εἶπε στόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη σέ πολλούς καί σήμερα;

Πόσο μικροπρεπεῖς εἶναι συχνά οἱ πόθοι καί τά αἰτήματά μας, Λαχταρᾶμε τιμές, διακρίσεις, πρωτεῖα, δύναμη, χρῆμα, δόξα, ἐπιβολή στόν κόσμο αὐτό. Καί τό τραγικό εἶναι ὅτι τά ζητᾶμε ἀπό Ἐκεῖνον πού περιφρόνησε ὅλα αὐτά καί ἀπεκάλυψε τήν μηδαμινότητά τους.

Παραπονιόμαστε πολλές φορές, ὅτι ὁ Κύριος δέν εἰσακούει τήν προσευχή μας. Ξεχνᾶμε ὅμως κάτι πολύ σημαντικό, δέν ἐπιθυμοῦμε Ἐκεῖνον ἀλλά κάτι ἀπό Ἐκεῖνον. Ἔτσι ὁ Χριστός δέν ἀνταποκρίνεται στά αἰτήματά μας διότι δέν ξέρουμε τί ζητᾶμε.

Ἡ ἀσθένεια της φιλοπρωτείας

Ἀλλά ἡ ἀσθένεια τῆς φιλοπρωτίας δέν εἶχε προσβάλλει μόνο τούς δύο μαθητές. Ἡ ἀγανάκτηση πού ἐκδήλωσαν οἱ ὑπόλοιποι ἐναντίον τοῦ Ἰακώβου καί τοῦ Ἰωάννου, φανέρωνε ὅτι τό ἴδιο πάθος τυραννοῦσε ὅλους.

Τούς πείραζε ὅτι ἄλλοι τούς εἶχαν προλάβει.

Τότε ὁ Ἰησοῦς τούς κάλεσε κοντά του καί τούς λέγει: “Γνωριζετε ὅτι ἐκεῖνοι πού θεωροῦνται ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν τά καταδυναστεύουν, καί οἱ μεγάλοι τά καταπιέζουν.

Μεταξύ σας ὅμως δέν θά συμβαίνει τό ἴδιο. Ἀλλά ὅποιος ἀνάμεσα σας θέλει νά γίνει μεγάλος θα εἶναι ὑπηρέτης σας, διάκονός σας, καί ὅποιος θέλει νά εἶναι μεταξύ σας πρῶτος θά εἶναι δοῦλος ὅλων”.

Ἡ ριζική ἀνατροπή τῶν καθιερωμένων

Τό πραγματικό μεγαλεῖο δέν βρίσκεται στήν ἔπαρση, στήν ἀλαζονεία καί στήν καταπίεση τῶν ἄλλων. Δέν ἀποδεικνύεται μέ τούς τίτλους καί τόν θόρυβο. Ὑπάρχει μόνο στήν ταπεινόφρονα ἀγάπη, στή σεμνή διακονία τοῦ πλησίον. Αὐτός εἶναι ὁ ἀσφαλής δρόμος γιά τήν κατάκτησή του.

Πρόκειται γιά μιά ριζική ἀνατροπή τῶν καθιερωμένων. Προηγουμένως τό μεγαλεῖο μετριόταν μέ τό πόσους κανείς ἐξουσιάζει. Μετά τό Χριστό, μέ τό πόσους κανείς διακονεῖ. Κριτήριο τῆς μεγαλοσύνης δέν εἶναι ἡ δύναμη ἀλλά ἡ εἰλικρινής διακονία.

Οἱ στρατειές τῶν ἁγίων ἔκαναν πραγματικότητα αὐτή τήν ἐπανάσταση τῆς ἀγάπης, βάζοντας τήν διακονία στήν ἐξουσία καί ὀμορφαίνοντας ἀληθινά τήν ἀνθρώπινη ζωή.

Στήν ἐποχή μας, πού ἡ κοσμική ἐξουσία βρίσκεται σέ ἔξαρση, οἱ ἄνθρωποι εὔχονται καί προσπαθοῦν νά δίνουν ὅσο τό δυνατόν λιγότερα καί νά παίρνουν ὅσο τό δυνατόν περισσότερα.

Σ’ αὐτή τήν τάση ἡ ὀρθόδοξη θέση εἶναι ριζικά ἀντίθετη. Τό ὀρθό αἴτημα δέν εἶναι “τί ἐξυπηρέτηση μπορῶ νά περιμένω ἀπό τούς ἄλλους, ἀλλά ἐάν δύναμαι νά ἀγαπῶ”.

Τό μεγαλεῖο πού ζητᾶμε ἀναμένοντας ἔκτακτες εὐκαιρίες βρίσκεται στά χέρια μας, στήν καθημερινή ἁπλή πραγματικότητα, ὅταν εἴμαστε ἕτοιμοι νά διακονοῦμε τούς ἄλλους, χωρίς καμία ἀπαίτηση ἀνταποδόσεως καί ἀναγνωρίσεως.

Ἄς θυμηθοῦμε τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας πού μέ τήν ἀγάπη τους ζωογονοῦν τίς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Καί τότε θά νιώσουμε πιό βαθιά πόσο ὑπέροχος εἶναι ὁ δρόμος πού χαράζουν τά λόγια αὐτά τοῦ Κυρίου. “Ὅς ἐάν θέλη ἐγενέσθαι μέγας, ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος”.

Πρόκειται γιά ἕνα μεγαλεῖο ἐσωτερικό: διότι εἶναι κάτι πού μᾶς κάνει νά μοιάζουμε οὐσιαστικά μέ τό Χριστό, τό Μεγάλο Διάκονο τῶν ἀνθρώπων. Ἐκεῖνον πού δέν ἦρθε νά ὑπηρετηθεῖ ἀλλά νά ὑπηρετήσει καί νά δώσει τή ζωή του λύτρο ἀντί πολλῶν.

Πρόκειται γιά τή μεταμόρφωση τῆς ζωῆς μας σύμφωνα μέ τήν δική Του, γιά τήν ἀνύψωσή της πρός τόν τελικό της σκοπό: τή θέωση.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ