Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ημέρα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο.

Τότε, ακούστηκε ήχος δυνατής βροντής και συγκεντρώθηκαν πολλά νέφη, τα οποία μετέφεραν από τα πέρατα της οικουμένης, τους αποστόλους και τους έφεραν στην οικία της Παναγίας, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμησή της

. Μαζί με τους Αποστόλους ήλθε ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος και ο Διονύσιος Aρεοπαγίτης, ο Άγιος Iερόθεος επίσκοπος Αθηνών, ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος, και οι λοιποί Εβδομήκοντα Απόστολοι και θεόσοφοι Iεράρχες, μεταφερόμενοι «επί των νεφελών».

Όταν δε έφτασε και ο θεσπέσιος Απόστολος Παύλος, το σκεύος της εκλογής, ο οποίος έπεσε στα πόδια της Θεοτόκου και την προσκύνησε και την εγκωμίασε με πολλά ουράνια εγκώμια, λέγοντας : «Χαίρε, ω Μήτερ της ζωής και του κηρύγματός μου η υπόθεσις, διότι εγώ παρόλο που δεν είδα σωματικά τον Υιόν Σου επί της γης, όμως βλέποντάς Σε, νόμιζα ότι βλέπω Εκείνον τον ίδιο».

Κατα την τρίτη ώρα (9 π.μ.) ακούστηκε «βροντή μεγάλη από τον ουρανό» και όλοι αισθάνθηκαν μια ευωδία να πλημμυρίζει τον χώρο.

Ο Ιησούς, συνοδευόμενος από πλήθος αγγέλων (που παρέμεναν έξω από τον οίκο της Παναγίας υμνώντας), μπήκε στο δωμάτιο της μητέρας του και την ασπάσθηκε, όπως και τους Αποστόλους. Παρέλαβε την ψυχή της, η οποία, όπως παρατήρησαν οι Απόστολοι, ήταν «επτά φορές λευκότερη από τον ήλιο».

Τότε, ο κορυφαίος των Αποστόλων Πέτρος, άρχισε να εκφωνεί στην Θεοτόκο επιτάφια εγκώμια και οι λοιποί Απόστολοι πήραν το νεκροκρέβατο, ψάλλοντας ύμνους και κρατώντας λαμπάδες, οδήγησαν το θεοδόχο σώμα της Θεομήτορος στον τάφο, στην Γεσθημανή.

Ο Άγιος Ιερόθεος, αναδείχθηκε και χαρισματικός υμνολόγος, οπου έψαλλε εξαίσιους ύμνους προς τιμήν της Θεοτόκου, οι οποίοι υπερείχαν σε περιεχόμενο και μελωδία από όλους τους άλλους ύμνους, που είχαν ποιήσει οι υπόλοιποι.

Το γεγονός αυτό το μαρτυρεί και ο ίδιος ο μαθητής του, ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, «Όταν οι άγιοι Απόστολοι έφθασαν στον Τάφο της Κυρίας Θεοτόκου και αποχαιρετώντας Την, έκαστος έψαλλε εγκώμια θεία και ένθεα προς Αυτήν, όλοι δε είπαν διάφορα εγκώμια. Ο Ιερόθεος είπε τέτοια εγκώμια, προς την Παναγία μας, που υπερέβαιναν όλων των άλλων, και τολμώ να πω, ήταν τόσο εξαίρετα και καταπληκτικά, ώστε αυτοί οι άγιοι Άγγελοι δεν θα μπορούσαν, καταλεπτώς (με κάθε λεπτομέρεια), καθώς τα είπεν εκείνος».

Mία φορά ήρθε, στον Άγιο Παΐσιο, μία ομάδα από ιερείς και ένας θεολόγος καθηγητής.
Aφού μίλησαν, τους λέει, πηγαίνετε εσείς και θα μείνω με τον καθηγητή (ο οποίος ήταν και ψάλτης).

Του λέει ο γέροντας:

–Πολύ λυπούμαι που έχεις απιστία στην Παναγία μας, διότι όταν ψάλεις το «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε» δεν πιστεύεις μέσα σου ότι οι απόστολοι πήγανε, εν πνεύματι, στην κηδεία της Παναγίας.

Αυτός έμεινε! Λέει:

-Ναι πράγματι, δεν πιστεύω, αμφιβάλω.

Ο γέροντας ακούμπησε το χέρι του στον ώμο του και του λέει:

-Αυτή την ώρα θα ταξιδέψουμε μαζί και θα πάμε σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις που σπούδασες.

Πήγαν μαζί στην Αγγλία, στο Μόναχο, στο Βουκουρέστι και σε άλλες ακόμη δύο πόλεις, και σε λίγα λεπτά ήρθαν πίσω.

Και συνεχίζει ο γέροντας:

–Όπως εμείς πήγαμε μαζί, σε μια στιγμή, σε αυτές τις πόλεις που γνωρίζεις και ξέρεις, έτσι πήγαν και οι απόστολοι στην κηδεία της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Άγιος Παΐσιος

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ