Ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος εορτάζει στις 23 Οκτωβρίου και την Κυριακή μετά την Γέννηση του Ιησού Χριστού.

Ζωή Ασκητική 
Ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο Απόστολος του Κυρίου, ήταν από την Ιουδαία, υιός του μνήστορος Ιωσήφ.

Ο Ιωσήφ ήταν παντρεμένος προτού μνηστευθεί την Παρθένο και από την γυναίκα του εκείνη είχε επτά παιδιά, τον Ιάκωβο, τον Ιωσή, τον Ιούδα, τον Σίμωνα (Συμεών), την Εσθήρ, την Μάρθα και την Σαλώμη, η οποία ήτο μητέρα των Αγίων Αποστόλων Ιωάννου και Ιακώβου.

Είχε πεθάνει εκείνη και μνηστεύθει την Αειπάρθενο Μαριάμ, δια να μεγαλώσει τα παιδιά του, πού ένα από αυτά είπαμε είναι και ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος.

Λέγεται Αδελφόθεος, όχι διότι ήταν αδελφός, αλλά διότι έζησαν σαν αδέλφια κάτω από την ίδια στέγη του Ιωσήφ.

Πρώτα τον ονόμαζαν Ιοβλίαν, πού σημαίνει στην Εβραϊκή δίκαιος, διότι τόσο ενάρετα από βρέφος έζησε και τόση εγκράτεια είχε εις όλες του τις αισθήσεις και τα μέλη του, πού ήταν παράξενο.

Τα μάτια του έβλεπαν πάντα δίκαια, γι αυτό ήταν πάντοτε άξιος του ελέους του Θεού. Η ακοή του ήταν πάντοτε για να ακούει σωτήρια αναγνώσματα. Στο στόμα του είχε πάντοτε τον νόμο.

Το δεξί του χέρι ήταν πάντοτε έτοιμο για ελεημοσύνη, η δε τροφή του ήταν πάντοτε εγκρατής από όλα τα περιττά και άχρηστα. Ποτέ στη ζωή του δεν έφαγε έμψυχο πράγμα, δηλ. κρέας, ψάρι, θαλασσινά, ή άλλο πού να είχε πνοή και ζωή.

Κρασί δεν έπινε ποτέ του. Μόνον με νερό ξεδιψούσε. Η τροφή του ήταν, ψωμί και δάκρυα.

Τις μετάνοιες του φανέρωναν τα σκελετωμένα γόνατά του, εις τα οποία φαίνονταν μόνο το δέρμα με τα οστά, ενώ η σάρκα είχε χαθεί από την νηστεία.

Το ένδυμά του ήταν ράσο τρίχινο. Λινό φορούσε μόνον, όταν έμπαινε στο ιερόν.

Παράδειγμα Επισκόπου 

Όταν έγινε Επίσκοπος ο μέγας αυτός Ιάκωβος έδειξε τις αρετές του με την ταπεινοσύνη του και την μετριοφροσύνη του.

Από την αρχή της Καθολικής επιστολής του Αποστόλου τούτου, φαίνεται πόσο ταπεινός. και μετριόφρων ήταν.

Διότι υπογράφεται σ’ αυτήν: «Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος», δεν αναφέρει κανένα από τα τρία μεγαλεία και αξιώματα πού είχε, Επίσκοπος, Απόστολος, Αδελφόθεος, καθώς ο Παύλος προς Γαλάτας τον μαρτύρησε Παίρνει παράδειγμα τον Διδάσκαλο.

Ιατρός των ψυχών 

Έπειτα διορθώνει την κακήν ασθένεια μερικών, πού θεωρούν τον Θεό αίτιο των κακών. Αυτός λοιπόν ως γιατρός θεράπευσε την ασθένεια αυτή λέγοντας:

«Κανένας όταν πειράζεται να μη λέγει ότι από τον Θεό πειράζομαι. Τέτοια βλασφημία να μη την βάλει κανείς στον νουν του. Διότι, ο Θεός δεν είναι δυνατόν να πειρασθεί ποτέ από κάτι κακόν και πονηρό, και συνεπώς είναι απολύτως αδύνατον, αυτός να προκαλέσει κακόν σε κανένα.

Κανένας σπρώχνεται εις την αμαρτία, από δική του κακή επιθυμία. Αυτή τον παρασύρει και με το δόλωμα της ηδονής τον τραβά.

Έπειτα τους συμβουλεύει να μη καυχηθεί κανείς, όταν κατορθώσει να κάμει κάτι καλόν, επειδή χωρίς την θεία χάριν δεν μπορούμε να κάνουμε κανένα καλό έργο.

Αυτός μας δίδαξε να χαλιναγωγούμε την γλώσσα, να μη λέγουμε καταλαλιά ή κατάκριση. Είναι πολύ κακό να κατακρίνει κανείς τον άλλον. Μας δίδαξε να μη λέγουμε ψέματα. Εξαιρετικώς δε να αποφεύγουμε την επιορκία, δηλ. να ορκιζώμεθα ψέματα.

Τον ευλαβούντο και οι Απόστολοι 

Τον θείον τούτον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο όλοι οι Απόστολοι τον είχαν σε μεγάλη ευλάβεια και τον λόγο του εφύλαττον ως νόμο, καθώς φαίνεται σε πολλά μέρη από τις πράξεις των Αποστόλων.

Αυτός λοιπόν ο μέγας και θείος Ιάκωβος ήταν Άγιος, από την κοιλιά της μητέρας του αγιασμένος, καθώς λέγουν τα ιερά βιβλία. Διά τούτο και μετά Χριστό πρώτος χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ιεροσολύμων.

Μονάχα αυτός έμπαινε εις τα άγια των αγίων, όχι μια φορά το χρόνο όπως οι Ιουδαίοι, αλλά κάθε ημέρα, επειδή ήταν αγνός και καθαρότατος από κάθε αμαρτία.

Εκεί ευρισκόταν πάντοτε γονατισμένος παρακαλώντας τον Κύριο για τη σωτηρία του λαού. Περισσότεροι και από τον Μωυσή προσευχόταν.

Οι Φαρισαίοι παρακινούν τον Ιάκωβο να αρνηθεί τον Χριστό 

Η θεάρεστη ζωή του Ιακώβου γινόταν παράδειγμα σε πολλούς Ιουδαίους και πολλοί γίνονταν Χριστιανοί.

Άλλοι όμως, όπως ο Άνανος ξεσήκωνε τούς Ιουδαίους εναντίον του Ιακώβου. Μια μέρα οι ασεβείς είχαν τολμήσει να βάλουν τον Ιάκωβο στη μέση και να τον πιέζουν να αρνηθεί την πίστη του Χριστού.

Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι επήγαν λοιπόν στον Ιάκωβο και του είπαν: «Σε παρακαλούμε Δίκαιε, δίδαξε τον λαό, διότι πλανήθηκαν και πιστεύουν στον Ιησού, νομίζοντες ότι αυτός είναι ο Χριστός.

Γι αυτό την ημέρα του Πάσχα, κατά την οποία θα συγκεντρώνουν, προσπάθησε πολύ να τους πείσεις, να μη πλανώνται πιστεύοντας ένα άνθρωπο για Θεό».

Ο Ιάκωβος ομολογεί 

Αμέσως λοιπόν, επειδή ήλθε η ώρα να αντισταθεί ο Άγιος κατά των Φαρισαίων και του ψεύδους, δεν δείλιασε για τον πρόσκαιρο θάνατον πού τον περίμενε.

Άφησε την φωνή την ψυχή και την γλώσσα ελεύθερη και είπε: «Τί με ερωτάτε για τον Ιησού; Αυτός κάθεται στον ουρανό στα δεξιά του Πατρός Του. Αυτός πάλι θα έλθει καθισμένος σε νεφέλη του ουρανού να κρίνει με δικαιοσύνη την οικουμένη άπασα».

Με την μαρτυρία αυτή του Ιακώβου πίστεψαν και άλλοι πολλοί και φώναζαν: «Ωσαννά τω Υιώ Δαβίδ». Οι τυφλοί Φαρισαίοι και Γραμματείς όρμησαν κατά πάνω του φωνάζοντας δυνατά για να τους ακούσει ο λαός: «Ως και ο δίκαιος πλανήθηκε».

Ο λιθοβολείται 

Η μανία των Φαρισαίων γίνεται ακράτητη. Ανέβηκαν στο πτερύγιο, τον άρπαξαν τον Ιάκωβο σαν άγρια θηρία και τον γκρέμισαν στη γη. Επειδή όμως ο Άγιος δεν πέθανε αμέσως, αρχίζουν να τον λιθοβολούν οι κακούργοι.

Εκείνος δεχόταν τις πέτρες τάραχος, σαν θησαυρό πολυτίμητο, και έλεγε γονατισμένος: «Κύριε Θεέ, Πάτερ, συγχώρεσέ τους, γιατί δεν ξέρουν τί κάνουν».

Προσευχόταν για τους φονιάδες και τους αχάριστους, οι οποίοι, καίτοι τον άκουσαν να προσεύχεται γι’ αυτούς, δεν σεβαστήκανε την μακροθυμία του οι αχάριστοι, αλλά ακόμη τον πετροβολούσαν.

Ένας δε Ιερέας από τούς υιούς του Ρηχάβ, φώναζε: «Σταματήστε, τί κάνετε δυστυχισμένοι; για μας εύχεται ο Δίκαιος, και σεις, ώ άδικοι, τον πετροβολάτε;».

Τότε ένας από τούς κακούργους εκείνους άρπαξε το ξύλο και με αυτό τον κτύπησε δυνατά στο κεφάλι και τον σκότωσε. Αμέσως τον πήραν αυτοί και τον έβαψαν κοντά στο Ναό.

Μετά τον φόνο του Ιακώβου έπαθαν πολλά κακά οι Ιουδαίοι. Τοιουτοτρόπως λοιπόν με το Μαρτύριο του Δικαίου Ιακώβου, προστέθηκε ένας ακόμη Μάρτυς στους Μάρτυρες και τους Δικαίους.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ὡς τοῦ Κυρίου Μαθητής, ἀνεδέξω δίκαιε τὸ Εὐαγγέλιον• ὡς Μάρτυς ἔχεις τὸ ἀπαράτρεπτον• τὴν παρρησίαν ὡς Ἀδελφόθεος• τὸ πρεσβεύειν ὡς Ἱεράρχης.
Ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιοv. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ. 

Ὁ τοῦ Πατρὸς μονογενὴς Θεὸς Λόγος, ἐπιδημήσας πρὸς ἡμᾶς ἐπ’ ἐσχάτων, τῶν ἡμερῶν Ἰάκωβε θεσπέσιε, πρῶτόν σε ἀνέδειξε, τῶν Ἱεροσολύμων, ποιμένα καὶ διδάσκαλον, καὶ πιστὸν οἰκονόμον, τῶν μυστηρίων τῶν πνευματικῶν. Ὅθεv σε πάντες τιμῶμεν Ἀπόστολε.

Ὁ Οἶκος
Τὸν γόνον σε τοῦ Ἰωσήφ, καὶ Ἱεροσολύμων τὸν πρῶτον ἱεράρχην, Ἰάκωβε θεόπτα, καὶ τοῦ Κυρίου ἀδελφὸν ὕμνοις ἐγκωμίων ἀνυμνοῦμεν εὐσεβῶς, καὶ πίστει ἀνακράζομεν• Δώρησαι ἡμῖν δώρημα τέλειον ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν φώτων, καὶ ἀπέλασον τὴν θλίψιν τὴν ἐπερχομένην καὶ ἐνεστῶσαν ἐκ πλήθους πταισμάτων• ἐπῆραν γὰρ οἱ ἐχθροὶ καθ’ ἡμῶν τὴν πτέρναν, καὶ ἐκύκλωσαν ἡμᾶς Ἰσμαηλῖται• ὧν θραῦσον ταχὺ τὰ τόξα ἱεροφάντορ, ἵνα σε πάντες τιμῶμεν Ἀπόστολε.

Μεγαλυνάριον.
Κλήσει ἀδελφόθεος πεφηνώς, Ἰάκωβε μάκαρ, τῶν ἀρρήτων μυσταγωγός, ἐν Σιὼν ἐδείχθης, καὶ πάθει σου τιμίῳ, τὸ ζωηφόρον πάθος, Χριστοῦ ἐδόξασας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here