Από σήμερα ανοίγει και πάλι το Τριώδιο. Η ωραία εκείνη περίοδος πού προμηνύει το Πάσχα. Μια περίοδος, η πιο ο μορφή, η πιο κατανυκτική, η πιο ανθρώπινη για ο ς ανθρώπους της Εκκλησίας, πού την περιμένουν κάθε χρόνο με λαχτάρα, για να βιώσουν τίς πνευματικές εκείνες αρετές, πού οδηγούνε τον άνθρωπο σκαλί – σκαλί στην υψηλότερη κορυφή της αθλήσεως, πού είναι η θυσία, ο σταυρός και η ανάσταση.

Όσο όμως ο άνθρωπος της Εκκλησίας νοσταλγεί αυτή την περίοδο σαν ευκαιρία να γνωρίσει τον εαυτό του και να ’ρθει κο­ντότερα στους συνανθρώπους του και στον Θεό , άλλο τόσο κι ο άνθρωπος τού κόσμου την περιμένει για να γλεντήσει, να μεταμφιεσθεί, να μεθύσει, να κάμει τις τρέλες του και κάθε λογής καμώ­ματα δίχως ντροπή, αφού κρύβει το πρόσωπο του πίσω από κάθε λογής μασκαρέματα.

Η Εκκλησία θα βγει και πάλι, όπως κάθε χρόνο, να καυτηριάσει τα έκτροπα και τον τρόπο αυτό, με τον οποίο υποδέχεται ο κόσμος το Τριώδιο και μάλιστα ο Χριστιανικός κόσμος, που τις μέρες αυτές φαίνεται να ξεχνάει την ιδιότητά του αυτή και ανα­βιώνει παλιές ειδωλολατρικές συνήθειες.

Κι ακόμη να μιλήσει για τη σπατάλη και την ασωτία πού γίνεται και μάλιστα από δημόσι­ους φορείς, που θα μπορούσαν τα χρήματα αυτά, που πετούνε στον χαρτοπόλεμο και στα σκιάχτρα, να τα διαθέσουν κάπου αλλού π.χ. σε πολιτιστικές, φιλανθρωπικές και κοινωφελείς δρα­στηριότητες.

Πέρα όμως από αυτά, να κοιτάξουμε με μια βαθύτερη ματιά τα γεγονότα πού συνθέτουν όλο το σκηνικό αυτών των ημέρων με το πνεύμα της παραστατικότατης γνωστής παραβολής τού Τελώνιού και τού Φαρισαίου, πού μ’ αυτήν η Εκκλησία μας ανοίγει το Τριώδιο, θα δούμε πώς ο Χριστός με την παραβολή Του αύτη δεν καυτηριάζει ούτε τα Καρναβάλια, ούτε τα Σαουρνάλια, ούτε τα Κρόνια και τις άλλες ειδωλολατρικές τελετές της εποχής του.

“Αν θέλετε, ακόμη περισσότερο, ούτε τα βάζει ούτε με τις απάνθρωπές και τα αίσχη των «τελωνών και των πορνών», δηλαδή των τοκο­γλύφων και των ακόλαστων, πού τους έβλεπε και ζούσε την αθλιό­τητά τους καθημερινά.

Ο Χριστός τα βάζει με τους Φαρισαίους. Και ονομάζει μασκαράδες εκείνους πού προσποιούνται τον καλό, τον τίμιο, τον άνθρωπο τού Θεού και όμως στην ουσία είναι τα πιο σιχαμερά, τα πιο άτιμα και απάνθρωπα πλάσματα τού κόσμου.

Τον Φαρισαίο τον αποστράφηκε σαν παλιομασκαρά, για την έπαρση και την αλαζονεία του και τον Τελώνη τον δέχτηκε, για την ταπείνωση και τη μετάνοιά του, σαν φίλο.

Ο Φαρισαίος είναι ο άνθρωπος, που προκαλεί τον θόρυβο γύ­ρω από το όνομά του. Είναι ο σπουδαίος, ο δακτυλοδεικτούμενος για τις ικανότητες και τα ταλέντα του , που φαντάζει σπουδαίος και κρατάει τη θέση του!

Είναι αυτός που, καθώς λέει ο λαός, «καβάλησε το καλάμι. Και δεν είναι δύσκολο να τον συναντήσει κα­νείς: στις αγορές και στις πλατείες, στους συλλόγους και στις εται­ρίες, στο σχολείο και στην εκκλησία, στις εξουσίες και στις συ­ντροφιές και σέ πολλούς τύπους ανθρώπων.

Αντίθετος στον τύπο τού Φαρισαίου, αθόρυβος, ταπεινός, σεμνός, χωρίς αυτοεπαίνους και έπαρση είναι ο τύπος του Τελώνη. Και είναι αλήθεια ότι αυτός ο τύπος των ανθρώπων υποφέρει πο­λύ από τους υψηλόφρονες Φαρισαίους κάθε εποχής, τους αδίσταχτους και τους καπάτσους.

Πάντοτε τον τύπο τού Φαρισαίου θα τον συνέχει ο φόβος και η θέση του μέσα στην κοινωνία θα είναι επισφαλής, γιατί στηρίζε­ται στην αναίδεια, στο ψέμα και το αρρωστημένο εγώ του, ενώ του Τελώνη η θέση πάντοτε, ακόμη και να θεωρείται ότι βρίσκε­ται στο περιθώριο, θα είναι κατεξοχήν ισχυρή, γιατί στηρίζεται πάντα σε δύο γερές βάσεις: την αυτογνωσία και την ταπείνωση.

Ο ταπεινός άνθρωπος γνωρίζει ποιος είναι. Γνωρίζει το μπόι του. Γι’ αυτό δεν κομπάζει, ούτε υπεραίρεται σαν το άκαρπο στά­χυ, αλλά σκύβει σαν τον καρπερό βλαστό κάτω από το βάρος των καρπών.

Γνωρίζει τα ελαττώματα και τις αδυναμίες του και όχι μόνο δεν αποκρύπτει, αλλά και ομολογεί μπροστά στον καρδιογνώστη Κύριο: «την ανομίαν μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιον μου εστί διαπαντός». Αυτή δε η αυτογνωσία και η τα­πείνωση είναι ο μαγνήτης, πού ελκύει το έλεος και τη χάρη τού Θεού.

Ο ταπεινός άνθρωπος ξέρει πάντοτε να αγαπά και να προ­σφέρει στους συνανθρώπους του, ακόμη και να θυσιάζεται γι’ αυτούς.

Είναι μια εικόνα του ζωντανού Θεού ανάμεσα στις αλαζονικές και ξιπασμένες κοινωνίες των Φαρισαίων, ένας σύγχρο­νος Χριστός, που αποκαλύπτει την αθέατη στους πολλούς ταυτό­τητά του: «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία». Είναι η γνησιότερη μορφή του πάσχοντος Κυρίου.

‘Όλοι μας έχουμε μέσα μας ένα Φαρισαίο και έναν Τελώνη. Και ο καθένας μας λίγο ως πολύ έχει και πρόσωπο και προσωπείο. Η σημερινή Κυριακή, οριακό σημείο στη νέα πνευματική μας πορεία, ας μας οδηγήσει σε σκέψεις ουσιαστικές.

Μασκαράς δεν είναι αυτός που μασκαρεύεται και το δείχνει, αλλά εκείνος που σκεπά­ζει μια καρδιά βρωμερή από τα πάθη του εγωισμού, του θεοποιη­μένου ειδώλου του, της ψευτοθρησκείας του και που προσπαθεί να σκαρφαλώσει με αναίδεια ίσαμε τον θρόνο του Θεού.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here