Φώναζαν λοιπόν μέσα από τα κατάβαθα της καρδιάς τους οι Νινευίτες στον Θεό.

«Βασιλιά, Κύριε της ζωής και του θανάτου, εμείς βέβαια είμαστε άξιοι της αποφάσεως με την οποία μας απείλησες και οφείλουμε κάθε καταδίκη επειδή αγνοήσαμε εσένα τον αληθινό Θεό και ζήσαμε ζωή διεφθαρμένη.

Συ όμως, χρησιμοποιώντας το πέλαγος της ευσπλαχνίας Σου, παύσε την εναντίον μας τιμωρία. νίκησε το ενδιάμεσο δίκαιο με την αγαθότητά Σου, και τη δική μας αγνωμοσύνη με την φιλανθρωπία Σου, εάν βέβαια μας επέβαλες την ποινή ξαφνικά, θα είχαν λόγο οι τιμωρίες Σου, και θα μας σκότωνες, αφού ήμασταν ξένοι και διεφθαρμένοι.

Όμως τώρα, που εξαιτίας της καλωσύνης Σου, μας έδωσες προθεσμία, αν μας θανατώνεις , ενώ μετανοήσαμε, δεν θα θανατώσιες ξένους, αλλά δικούς Σου. Όταν ασεβούσαμε μας φύλαξες, και μας θανατώνεις τώρα που γίναμε πιστοί;

Ενόσω ήμασταν πονηροί μας διέσωσες, και μας θανατώνεις τώρα που κάνουμε αγαθοεργίες; Όσο η πόλη ήταν αφοσιωμένη στα είδωλα τη μεγάλωσες και την έκανες βασίλισσα, και την καταστρέφεις τώρα, που έγινε δική σου;

Χωρίς να σε γνωρίζουμε, με σένα κυριέψαμε την οικουμένη, και τώρα που σε προσκυνάμε, θα χάσουμε και την ίδια τη ζωή μας;

Ευσπλαχνίσου, Βασιλιά, το όνομά Σου, και μη, επιμένοντας να καταδικάσεις τους Νινευίτες, κάνεις να αποφεύγει κανείς την ευσέβεια ως ανώφελη. μη κλείσεις στους ανθρώπους την πόρτα της ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ, δικάζοντας εμάς δικαίως.

Εάν, έχοντας νομοθέτη και δασκάλους, φθάσαμε σε πολλή κακία, να μας θανατώσεις οπωσδήποτε, να μη μας δώσεις συγχώρηση, αν και σε παρακαλούμε, τιμώρησέ μας με ποινή σκληρότερη από αυτήν με την οποία μας απείλησες. εάν όμως χωρίς να διδαχθούμε, χωρίς να παιδαγωγηθούμε, ζούμε μέσα στη διαφθορά και την ασέβεια, μη καταδικάσεις την άγνοιά μας, βασιλιά, με τόσο μεγάλο αφανισμό.

Παλιά εξαφάνισες τους ανθρώπους με κατακλυσμό δικαίως γιατί, ενώ δίδασκε ο Νώε, δεν τον άκουαν. Τους προανήγγειλες την καταστροφή, και δεν απέφυγαν την αμαρτία. Τους Σοδομίτες δικαιολογημένα τους έκαψες, γιατί δεν θέλησαν να δεχθούν τις συμβουλές του Λωτ.

Οι Αιγύπτιοι σωστά καταποντίστηκαν μαζί με τον Φαραώ, γιατί, ενώ τους δίδασκε ο Μωυσής, δεν πείσθηκαν, αν και είχαν δε­χθεί πολλές πληγές και είχαν αποκτήσει πείρα της δυνάμεώς Σου. Ή μήπως τολμήσαμε να αντιμιλήσουμε σε κανέναν;

Ένα μόνο προφήτη μας έστειλες τώρα και ούτε και αυτόν να μας διδάξει, αλλά να μας φέρει κακά μηνύματα, και αφού πιστέψαμε και δείξαμε μέσα σ’ αυτήν μεγάλη μεταβολή. Αν και μας κηρύχθηκε η καταστροφή μας, δεν χάσαμε την εμπιστοσύνη μας στη φιλανθρωπία Σου. Ενώ ο Προφήτης κήρυξε την καταστροφή, εμείς στηρίξαμε τις ελπίδες μας στο έλεός Σου.

Μη διαψεύσεις, αγαθέ, τις ελπίδες μας! Μη σταματήσεις γλώσσες που θέλουν να ανυμνούν την αγαθότητά Σου! Μη θανατώσιεις άνδρες που είναι πρόθυμοι να κηρύξουν την επιείκειά Σου! Μη μας εμποδίσεις να γίνουμε σ’ όλους τους δικούς μας δάσκαλοι της ευσεβείας!

Μη παραμείνεις αμετακίνητος όμοια με εκείνους που δεν παρέμειναν ποτέ στα ίδια. Αλλάξαμε εμείς, συμφιλιώσου Εσύ. Πάψε την οργή Σου, όπως εμείς σταματήσαμε την πλάνη. Πάψε Συ την τιμωρία, όπως εμείς την κακία. Μας διαπαιδαγώγησες αρκετά με το φόβο, δώσε μας λοιπόν καιρό να αποδείξουμε την αγάπη μας σε Σένα.

Λυπήσου τα ζώα που από την πείνα μουγκρίζουν. λυπήσου τα αναμάρτητα παιδιά που πνίγονται στο κλάμα. Λυπήσου τα τρυφερά νήπια που από την νηστεία πεθαίνουν. Μη καταστρέψεις τους αναίτιους μαζί με τους υπαίτιους.

Σπλαχνίσου τις μητέρες που εξαιτίας της οργής Σου, δεν προσφέρουν γάλα στα πολυαγαπημένα τους.αρνήθηκαν οι γονείς την ευσπλαχνία σ’ εκείνα, για να προκαλέσουν τη δική Σου ευσπλαχνία. Όλοι οι άνθρωποι ανέχονται τις ίδιες με εμάς κακίες. εάν δεν δεχθείς εμάς που μετανοούμε, θα κόψεις όλου του κόσμου τις ελπίδες».

Τέτοια λόγια από την αρχή, όπως είναι φυσικό, χρησιμοποιούν οι Νινευίτες.ήταν όμως και τα έργα τους εφάμιλλα προς τα λόγια τους, νηστεία, σάκκος, εκτεταμένη προσευχή, δάκρυα, αποφυγή της κακίας.

Φώναξαν, λέει, στο Θεό παρατεταμένα, και επέστρεψε ο καθένας από τον κακό δρόμο του και από την αδικία που είχε διαπράξει. Άρχισαν να εφαρμόζουν την συνετή ζωή σε υπερβολικό βαθμό και έκαναν την κορωνίδα της αρετής θεμέλιο της αρετής τους. γιατί, ο καθένας έκανε όποιο έργο ήταν το πιο καλό και προσφιλές στο Θεό.

Είδαν να κηρύσσεται πόλεμος ουράνιος εναντίον τους και οχύρωσαν τους σάκκους σαν θαυμάσια πανοπλία. Αντέταξαν από κάτω προσευχές και δεήσεις εναντίον των κεραυνών του ουρανού.

Απέναντι στον πάταγο των βροντών έστησαν τον ήχο της υμνωδίας. Η νηστεία έγινε γι’ αυτούς αισθητός πύργος. Με τους κρουνούς των δακρύων τους έσβησαν τη φάλαγγα των αμαρτημάτων τους. Έκαναν φίλους τους εχθρούς, για να συμφιλιώσουν τον Θεό με τους εαυτούς τους.

Συγχώρησαν αυτοί την οργή τους εναντίον εκείνων που τους είχαν λυπήσει, για να σταματήσουν την εναντίον τους οργή του Δεσπότη. Έσχισαν το γραμμάτιο των επίγειων χρεών, για να επιτύχουν τη συγχώρηση των πταισμάτων τους από τον ουρανό.

Έδωσαν στους δούλους ελευθερία, για να απαλλαγούν οι ίδιοι από την τιμωρία. Έδωσαν τα κτήματά τους σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη, για να εξασφαλίσουν την κυριότητα της περιουσίας τους.

Απέρριψαν την απόλαυση, και επιζητούσαν την εγκράτεια. Απέφυγαν την ακολασία, και ασπάσθηκαν την σωφροσύνη. Μίσησαν τα μεγάλα αξιώματα, και πήραν όλοι ταπεινή και πένθιμη εμφάνιση.

Σταμάτησαν τα ψώνια και τα συμβόλαια και όλα τα έργα, και λάτρευαν το Θεό. Οι κακούργοι, χωρίς να τους υποχρεώνει κανένας, ομολογούσαν τις ληστείες τους.

Οι δικαστές δεν καταδίκαζαν αυτούς που ομολογούσαν. Σαν πεθαμένοι ομολογούσαν όλοι τη ζωή τους. Ο πλούτος σκορπιζόταν αφύλακτος και δεν εμφανιζόταν κλέφτης από πουθενά.

Δινόταν χρυσάφι στους φτωχούς, και την απόκτησή του ο καθένας την απέφευγε ως ζημία. Ένα πράγμα μόνο ενδιέφερε όλους, η σωτηρία. Ένας δρόμος υπήρχε για πλουσίους και φτωχούς, ο κόπος για τη ζωή. Κάθε τι που δεν οδηγούσε σ’ αυτήν, το απομάκρυναν σαν ανώφελο και κακό.

Η σωτηρία ήταν αβέβαιη και έσπευσαν να την ομολογήσουν. Δεν μπορούσαν να ελπίζουν στο αποτέλεσμα της μετάνοιας και για να ζήσουν οπωσδήποτε φρόντιζαν κάθε πράξη τους.

Πόσο φιλόσοφοι βάρβαροι! Πόσο σοφοί απαίδευτοι! Έμαθαν χωρίς να διδαχθούν αυτά που έπρεπε, άλλαξαν τρόπο ζωής χωρίς νομοθέτη, σωφρονίσθηκαν χωρίς δασκάλους, από την εσχάτη κακία, έφτασαν σε ουράνια πολιτεία. Αυτή είναι η αλλοίωση που επιφέρει η δύναμη του Υψίστου.

Έρριξε μία βροχή απειλής, και οι Νινευίτες παρουσίασαν μυρίων αγαθών καρποφορία. Μεταμορφώθηκαν με τη ΜΕΤΑΝΟΙΑ. οι αμαρτωλοί που ήταν, έγιναν δίκαιοι, αγαπητοί στους Αγγέλους, ποθητοί στο Θεό.

Στήριξαν την πόλη τους που κουνιόταν, την ανόρθωσαν ενώ έπεφτε, την στήριξαν ενώ δονούταν. Μεταστράφηκαν και δεν αντιστράφηκαν. μεταβλήθηκαν και δεν καταστράφηκαν.

Γιατί λέει, «είδε ο Θεός τα έργα τους, ότι δηλαδή επέστρεψαν από τους πονηρούς δρόμους τους, και μετανόησε ο Θεός για όσα είχε πει ότι θα τους καταστρέψει εξ αιτίας της κακίας τους» (Ιωνά 3, 10).

Τί παράδοξα πράγματα! Επανέλαβε τη δίκη ο Δικαστής, ακύρωσε την καταδικαστική απόφαση, και έβγαλε άλλη αθωωτική. Μετανόησαν οι Νινευίτες και μετανόησε και ο Θεός. Η μετάνοια έσχισε το διάταγμα του αφανισμού. Έσχισαν εκείνοι την κακία, έ­σχισε και ο Θεός την απόφαση. Ω παντοδύναμη μετάνοια!! Στη γη τελείται, και αντιστρέφει τα ουράνια!

Έτσι και εμείς, αγαπητοί μου φίλοι, ας μετανοήσουμε. έτσι ας νηστέψουμε. ας συνδυάσουμε τις καλές πράξεις με τη νηστεία. ας απέχουμε από τις πονηρές πράξεις.ας φοβηθούμε την απειλή της γέεννας. ας αποκτήσουμε τη σωτηρία από το Θεό με την ΜΕΤΑΝΟΙΑ.

Εις στον άναρχο Πατέρα, ανήκει η δόξα, η εξουσία, η δύναμη, η τιμή και ευχαριστία και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους αιώνας των αιώνων. ΑΜΗΝ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here