«Η γυνή απατηθείσα εν παραβάσει γέγονε» (η γυναίκα εξαπατήθηκε και έπεσε στην παράβαση) (Α’ Τιμ. 2:14). Η Εύα στον Παράδεισο παρασύρθηκε από την απάτη του όφεως. Δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην ύπουλη υποβολή του «θα γίνετε θεοί».

Έμπειρος στρατηγός ο διάβολος, γνωρίζοντας ότι το θήλυ είναι ασθενέστερο σκεύος, διάλεξε να χτυπήσει στο αδύνατο σημείο. Φρόντισε να την απομονώσει από τον Αδάμ. Περίμενε.

Και τη στιγμή που την βρήκε μόνη της, συγκέντρωσε αμέσως εκεί όλη τη δύναμη κρούσης του. Και πέτυχε τον σκοπό του.

Η πτώση της Εύας έφερε την πτώση του Αδάμ. Και κατά συνέπεια όλων των εξ Αδάμ.

Το ανθρώπινο γένος ολόκληρο, εφόσον κατάγεται απ’ το πρωτόπλαστο ζεύγος, κληρονόμησε την πεπτωκυία φύση (όχι κάποια προσωπική ενοχή), που λόγω της παρακοής υποτάχτηκε στη φθορά και τη θνητότητα. Δεν έγιναν θεοί οι προπάτορες, όπως έλπιζαν, αλλά πέθαναν.

Από την προοπτική της αθανασίας που είχαν, περιέπεσαν στον θάνατο.

Θνητή φύση ήταν η μόνη κληρονομιά που άφησε πίσω της η προμήτωρ Εύα, όντας η ίδια πλέον θνητή. Κληροδότησε την αρά, την κατάρα, τη λύπη, την καταδίκη στους απογόνους της.

Αντί για ζωή (Εύα = Ζωή), έδωσε τον θάνατο. Γι’ αυτήν ειπώθηκε: «Εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα» (απ’ τη γυναίκα ήρθαν τα κακά).

Όμως δεν διαιωνίστηκε η κατάσταση αυτή. Με «το πλήρωμα του χρόνου» ήρθε πλήρως η ανατροπή της. Το ανθρώπινο γένος κυοφόρησε με πολύ κόπο διά μέσου των γενεών τον τέλειο άνθρωπο, που θα υλοποιούσε το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου.

Έδωσε ό,τι καλύτερο μπορούσε να υπάρξει μέσα στη σύνολη δημιουργία. Ετοίμασε «Μητέρα Παρθένον» και την πρόσφερε σ’ εκείνον που θα συνέτριβε την κεφαλή του όφεως.

Ο ερχομός της ήταν κοσμοχαρμόσυνο γεγονός. Η γέννησή της «χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη». Τη στιγμή του Ευαγγελισμού ο Γαβριήλ, εκστατικός απ’ το μεγαλείο της Παρθένου, με χαρμόσυνη φωνή τής μηνύει «χαράν ανεκλάλητον». «Μετά δέους παρίσταται και το Χαίρε κομίζει, της λύπης αντίθετον».

«Ο όφις», της λέγει, «εξαπάτησε την Εύα παλιά, τώρα όμως σου φέρνω το ευχάριστο μήνυμα, τη χαρά». «Νυν ευαγγελίζομαί σοι την χαράν».

Είναι η στιγμή κατά την οποία κρίνεται αναπότρεπτα η τύχη του κόσμου. Η πιο κρίσιμη στιγμή στη διαχρονική πορεία του ανθρώπου.

Η Παρθένος, με πλήρη επίγνωση της ευθύνης της, αναλαμβάνει τα ηνία της ανθρώπινης ιστορίας. Λέγει το «ναι» στην πρόταση του Θεού. Δέχεται να γίνει η είσοδος «του Ιερέως του μεγάλου, μόνη και μόνον εισάγουσα Χριστόν εις την οικουμένην».

Γιατί αμέσως με τον διάλογο Γαβριήλ και Μαρίας, «άμα τω λόγω του αρχαγγέλου και αυτής, συνέλαβεν υπερφυώς εν τη αχράντω γαστρί τον Υιόν και Λόγον του Θεού».

Και στη συνέχεια, επειδή η Θεοτόκος «έγινε μητέρα της καλής θέλησης του Θεού Πατρός (μήτηρ γέγονε της ευδοκίας του Πατρός), μια και κράτησε στην αγκαλιά της τον Λόγο του Θεού που σαρκώθηκε», «ανέτρεψε την πρώτην κατάραν της Εύας».

Ο τόκος της «του Αδάμ την κατάραν την εις ημάς (που ήταν πάνω μας) ανατρέπει». «Λύσας την κατάραν έδωκε την ευλογίαν».

Εδώ είναι το βάθος της σοφίας του Θεού. Η γυναίκα απατήθηκε πρώτα και προξένησε τον θάνατο στο ανθρώπινο γένος, η γυναίκα τώρα γίνεται μητέρα του Θεού και απαρχή σωτηρίας όλου του κόσμου.

Δίκαια εξυμνείται με υπέροχο τρόπο στους Χαιρετισμούς η Παναγία: «Χαίρε, δι’ ης η χαρά εκλάμψει, χαίρε, δι’ ης η αρά εκλείψει. Χαίρε, του πεσόντος Αδάμ η ανάκλησις, χαίρε των δακρύων της Εύας η λύτρωσις».

Γι’ αυτήν ειπώθηκε: «Εκ γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» (απ’ τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα). Ποιος είναι τόσο μίζερος λοιπόν, που να μη χαίρεται ακόμα για την παγκόσμια χαρά, την Παναγία μας;

Από το περιοδικό ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 416, Μάρτιος 2018.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here